Όσιος Αλέξιος ο άνθρωπος του Θεού
Μόλις ο Όσιος κατάλαβε ότι έγινε γνωστός εκεί για την αγιότητά του, έφυγε κρυφά και σκέφτηκε να πάει στην Ταρσό ωστόσο βίαιος άνεμος άρπαξε το πλοίο και το μετέφερε στη Ρώμη. Βγαίνοντας από το πλοίο κατάλαβε ότι ο Κύριος ήθελε να επανέλθει ο Αλέξιος στο σπίτι του. Όταν συνάντησε τον πατέρα του, που δεν αναγνώρισε τον υιό του, του ζήτησε να τον ελεήσει και να τον αφήσει να τρώει από τα περισσεύματα της τράπεζάς του.
Έμεινε λοιπόν για δεκαεπτά χρόνια στον πατρικό οίκο χωρίς να τον γνωρίζει κανένας δεχόμενος τις προσβολές των δούλων και τρώγοντας ελάχιστα καθώς το φαγητό του το έδινε στους φτωχούς. Όταν έφθασε ο καιρός της κοιμήσεώς του, τότε κάθισε κι έγραψε σε χαρτί όλο το βίο του και μια Κυριακή ακούσθηκε φωνή από το Άγιο Θυσιαστήριο να λέει στους πιστούς να πάνε να βρούνε τον άνθρωπο του Θεού και αφού τους αποκαλύφθηκε που βρίσκεται βρήκαν το σώμα του οσίου νεκρό ενώ ο πατέρας του τον αναγνώρισε αμέσως.